Τετάρτη 23 Σεπτεμβρίου 2009

...matea, matea perimenan i simpolites mas sth inipiro, tin oloklirosi thn voria elada episis, tis egnatias mexri to 2010....

δεν ειναι δυσλεκτικος μονο ο γιωργακης ειναι και οι συμβουλατορες του. ειναι τοοοσο σημαντικο το εργο τελικα, δεν ειναι απλα ενας δρομος, και δειχνει την διαφορα των δυο κυβερνησεων... οποιος περασε απο τον δρομο ξερει...οσοι ιπτανται ας προσγειωθουν και ας κανουν οδικως ενα ταξιδακι ως την ηγουμενιτσα...

οσο για τα περι ηθικης και βωμολοχιας θα τα σχολιασω ως εξης...

μουνι...

 Ετυμολογία
μουνί < αρχαία ελληνική μνοῦς (: χνούδι, απαλό μαλλί) μουνί < αρχαία ελληνική εὐνή (: συζυγικό κρεβάτι, γαμήλια κλίνη)  Προφορά ΔΦΑ : /mu.ˈni/  Ουσιαστικό μουνί ουδέτερο το αιδοίο, το γυναικείο αναπαραγωγικό όργανο· αφορά περισσότερο στα εξωτερικά χαρακτηριστικά της περιοχής και όχι στον κόλπο.

Χρησιμοποιείται ευρέως στην καθημερινή, αλλά θεωρείται άσεμνη λέξη

(μεταφορικά) για γυναίκα πολύ ελκυστική ή ερωτική

(κατ' επέκταση) για κάθε γυναίκα, όταν γίνεται αναφορά για υποψήφια σχέση ή υπάρχουσα σχέση με άνδρα

(μεταφορικά) η ακαταστασία, το μπάχαλο

(μεταφορικά-υβριστικά) άτιμος, πρόστυχος ή κακόβουλος άνθρωπος

Εκφράσεις
έγινα μουνί: επήλθα σε άθλια κατάσταση, συνήθως από νερό/βρέξιμο
μας έπιασε βροχή στο δρόμο και γίναμε μουνί
μουνί καπέλο: άθλια κατάσταση
στο μουνί μου: χρησιμοποιείται κυρίως από γυναίκες, (αντίστοιχο του αντρικού
"στ' αρχίδια μου") για να δηλώσει αδιαφορία
το μουνί σέρνει καράβι: μία γυναίκα εύκολα μπορεί να κάνει έναν άνδρα να εγκαταλείψει κάθε ασχολία του ακόμα και κάτι που ήταν πριν δύσκολο να κάνει αυτός
ο Γιωργάκης παράτησε την ιατρική και έφυγε στο Παρίσι με τη φιλενάδα του, την οποία θα παντρευτεί. Βλέπεις, το μουνί σέρνει καράβι

Συγγενικές λέξεις
μουνάκι
μουνάκιας
μουνάρα
μούναρος
μουνίτσα

Σύνθετα
γλειφομούνι
μουνοθύελλα
μουνοπαγίδα
μουνόπανο
μουνοπλημμύρα
μουνότριχα
μουνόχειλα
μουνοχυσίματα
μουνόψειρα

Δεν υπάρχουν σχόλια: