Αλλη μια Μεγάλη Παρασκευή πέρασε αφήνοντας μέσα μου αυτή την γλυκειά μελαγχολία, που είναι και ένα από τα ελάχιστα πράγματα που κρατάω μέσα μου από την παιδική μου ηλικία.
Θυμάμαι παιδί του δημοτικού ακόμα, μερικές δεκαετίες πριν, μια εποχή που φαντάζει τόσο μακρινή και περασμένη.
Η εκκλησία στην γειτονιά μου είχε προμηθευτεί με ολοκαίνουργιες στολές για τα παπαδάκια και θα φοριόντουσαν για πρώτη φορά την μεγάλη Πέμπτη στα δώδεκα ευαγγέλια! Όλοι ήταν χαρούμενοι και ο αρχιεπίτροπος αισθανόταν περήφανος που θα μας τις παρουσίαζε.Ήταν βαθυκόκκινες με ολόχρυσους κεντημένους σταυρούς πλαισιομένους από ασημένιους κύκλους.
Κανένας όμως από εμάς τους μεγαλύτερους της παρέας δεν ενθουσιάστηκε, μάλιστα φοβηθήκαμε μήπως υποχρεωνόμασταν να φορέσουμε την καινούργια για να κρατήσουμε τον σταυρό στα ευαγγέλια, μιας και οι παλιές ήταν ακριβώς στα μέτρα μας και διαλεγμένες από τον καθένα μας απο καιρό!
Το πρόγραμμα είχε βγεί από μέρες όχι μόνο για το ποιός θα κρατούσε τον σταυρό ή τα εξαπτέρυγα και σε ποιο ευαγγέλιο αλλά και ποιές ώρες ποιοί θα βρίσκονταν στο καμπαναριό για να χτυπάνε την καμπάνα πένθημα την Μεγάλη Παρασκευή αλλά και όλο το Μ.Σάββατο!
Το μεγάλο σιδερένιο κατάμαυρο κλειδί της πόρτας του καμπαναριού, που κάθε χρόνο μας άφηνε με το στόμα ανοιχτό με το βάρος του και το μέγεθος του, θα το παρέδιδε ο παπάς στον Νικόλα τον μεγαλύτερο της παρέας, και μάλλον στον ποιο...ενάρετο και έμπιστο του τελικά (δεν είχε και άδικο μιας και όπως διαπίστωσα τόσα χρόνια μετά τον διαδέχτηκε στην εκκλησία της ενορίας)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου